Μπορεί ο τίτλος να θυμίζει σκυλοσουξεδάκι αλλά ορκίζομαι ότι είναι πέρα για πέρα αληθινός. Εδώ και 8 μήνες, στο σώμα μου χτυπάνε δυο καρδιές. Την πρώτη φορά που το έμαθα, ήμουν ξαπλωμένη σε ένα άθλιο ιατρικό τραπέζι και η δική μου καρδιά, η παλιά, αυτή που κουβαλάω μέσα μου εδώ και 32 χρόνια κόντευε να σπάσει από την αγωνία και τη λαχτάρα. Έστελνε παλμούς στο κεφάλι μου τόσο δυνατούς που τους άκουγα να βαράνε σαν ταμπούρλα.
Κι αυτό γιατί καιρό τώρα έκλαιγε και πονούσε και με παρακάλαγε να κάνω κάτι για να έχει λίγη παρέα, έστω για λίγους μήνες. Δεν της έφτανε που βρήκε το ιδεατό άλλο της μισό πριν 6 χρόνια, που ζει τον απόλυτο πλατωνικό έρωτα, ήθελε και παρεάκι πραγματικό, χειροπιαστό, εκεί κοντά της, ένα καρδουλάκι τόσο δα, να χτυπάνε παρέα και να μετράνε τα δευτερόλεπτα, να κάνουνε αγώνα ποια θα χτυπάει πιο γρήγορα και η μικρή καρδούλα ως νεώτερη να κερδίζει πάντα, να ονειρεύονται μαζί, να λένε ιστορίες αγάπης, να μαθαίνει η μία στην άλλη τα μυστικά της ζωής, να λένε μεγαλουκαρδουλίστικες και μικροκαρδουλίστικες κουβέντες. Είχε δοκιμάσει τα πάντα: με πήγαινε με το καλό, με το άγριο, όταν θύμωνε με έριχνε σε κατάθλιψη για να τραβήξει την προσοχή μου, μέχρι και στον εκβιασμό κατέφυγε, ότι αν δεν της κάνω το χατίρι δεν πρόκειται να αφήσει το μυαλό μου να ησυχάσει και να κάνει όλα αυτά τα υπερτεράστια που σχεδιάζει χρόνια τώρα. Προσπάθησα πολύ να της εξηγήσω ότι δεν εξαρτάται μόνο από μένα αλλά μάταια. Το χαβά της αυτή.
Όπως είναι φυσικό λοιπόν, όταν έμαθε η καρδιά μου ότι δίπλα της υπήρχε πλέον ένα καρδουλάκι άρχισε να τσιρίζει και να χορεύει και να τραγουδάει και να χαίρεται και να αγωνιά και να φοβάται αν θα καταφέρει να το φροντίσει όσο το δυνατόν καλύτερα. Και ήταν τέτοια η ενέργεια που ξόδευε κι εξακολουθεί να ξοδεύει για όλα αυτά, που δεν έμενε τίποτα για το κακόμοιρο το μυαλό μου το οποίο εδώ και τόσο καιρό κάθεται διακριτικά στη γωνία του και περιμένει με υπομονή να τελειώσει όλο αυτό το πανηγύρι για να μπορέσει να κάνει κι αυτό τη δουλίτσα του όπως την έκανε τόσα χρόνια χωρίς να ενοχλεί κανέναν. 
 
Καμιά φορά το πιάνει το παράπονο, ότι πάνω που μου έδωσε όλα όσα του ζητούσα, πάνω που μου ετοίμασε ένα σωρό σχέδια που θα έκαναν πραγματικότητα τα πιο τρελά μου όνειρα, με κορυφαίο το μισοτελειωμένο μου βιβλίο, εγώ το παραμέλησα. 
 
Αλλά είμαι ανίκανη να κάνω το παραμικρό. Πάντα ήμουν αισθηματίας. Πάντα έλιωνα όταν έβλεπα μια μεγάλη αγάπη. Και τούτη εδώ, μιλάμε ότι είναι μια τεράστια αγάπη. Κάθε μέρα -πολλές φορές και νύχτα, ξυπνάνε μαζί, γελάνε μαζί, παίζουν μαζί και χαχανίζουν κι ορκίζονται ότι ακόμα κι όταν δεν θα είναι στο ίδιο σώμα σε λίγο καιρό, πάλι θα αγαπιούνται αιώνια…