Όταν σκεφτόμαστε μάσκες, οι περισσότεροι φανταζόμαστε κάτι το πολύ όμορφο, όπως οι υπέροχες βενετσιάνικες μάσκες από πορσελάνη ή πηλό, με τα φανταχτερά φτερά, με τα στρας και τα μαγικά χρώματα. Ή κάτι άσχημο και τρομακτικό όπως οι μάσκες που φοράμε τις Απόκριες με τις μεγάλες μύτες, τις ψεύτικες κρεατοελιές και τα πεταχτά μαλλιά. Ή ακόμα και τις μάσκες που υποτίθεται ότι είναι αστείες όπως οι μάσκες των κλόουν που είναι μάλλον και οι πιο τρομακτικές απ’ όλες.
Όπως και να ‘χει, όλες οι μάσκες έχουν ακριβώς την ίδια διττή χρήση: να κρύψουν και να φανερώσουν ταυτόχρονα. Να κρύψουν αυτό που είμαστε στην πραγματικότητα και να φανερώσουν αυτό που θα θέλαμε να είμαστε ή αυτό που φοβόμαστε να είμαστε.
Η μάσκα όμως δεν είναι μόνο αντικείμενο. Η μάσκα είναι έννοια. Που αρχίζουμε να τη χρησιμοποιούμε δειλά δειλά πολύ νωρίς στη ζωή μας, από παιδιά ακόμα, κι όσο μεγαλώνουμε η χρήση της εντείνεται μέρα με τη μέρα. Αναλόγως την περίσταση, γινόμαστε φίλοι, αδέρφια, γιοι και κόρες, μαθητές και συμμαθητές, φοιτητές και συμφοιτητές, συνάδελφοι, γκόμενες, ξέκωλα, σύζυγοι, γονείς, θύματα και θύτες κι αμέτρητα άλλα πράγματα. 
 
Τι γίνεται όμως όταν σε κάποια στιγμή της ζωής μας, καλούμαστε να φορέσουμε πολλές μάσκες μαζί; Τα καταφέρνουμε άραγε πάντοτε ή μεταμορφωνόμαστε σε άχαρα ρομποτάκια που πετάνε τη μία και φοράνε την άλλη μέχρι που καίγεται το σύστημα και γίνονται όλα άνω κάτω; Και οι άνθρωποι γύρω μας; Αυτοί που έμαθαν να μας βλέπουν για χρόνια ολόκληρα να φοράμε μια συγκεκριμένη μάσκα, πόσο εύκολο είναι να συνηθίσουν τη νέα μας μορφή; Πόσο εύκολο είναι από εραστές να γίνουμε φίλοι, από παιδιά να γίνουμε γονείς, από γονείς να γίνουμε παιδιά, από συμφοιτητές να γίνουμε συνάδελφοι από γκόμενες να γίνουμε σύζυγοι; Τα πάντα είναι ρευστά σε αυτή την παράσταση και σε αυτή την αέναη εναλλαγή ρόλων αλλά το μόνο σίγουρο είναι ότι κάθε καινούργια δική μας μάσκα, υποχρεώνει και τους ανθρώπους γύρω μας να αλλάξουν τη δική τους. Και αυτές οι αλλαγές πονάνε και μερικές φορές πονάνε πολύ, είναι σα να σου ξεριζώνεται και το δέρμα μαζί με τη μάσκα. Και το πιο επίπονο κομμάτι της διαδικασίας είναι αδιαμφισβήτητα όταν διαπιστώνεις ότι μερικές μάσκες παραμορφώνονται τόσο από την αχρηστία, που δεν υπάρχει περίπτωση να τις φορέσεις ποτέ ξανά. 
Έτσι κι εγώ, πολλές φορές κάθομαι και χαζεύω τις άχρηστες μάσκες μου και με κόπο συγκρατώ τα δάκρυα μου. Αφήνομαι στη νοσταλγία για λίγο και βουλιάζω στις αναμνήσεις και στις στιγμές που έζησα φορώντας τες. Και μετά ανασκουμπώνομαι, γιατί σε λίγο καιρό θα παραλάβω μια καινούργια μάσκα που δεν φόρεσα ποτέ ως τώρα και που την περίμενα για χρόνια και χρόνια και όλο χανότανε στο δρόμο. Και αστράφτω. Σαν καλοφτιαγμένη βενετσιάνικη μάσκα.