Μεσογείων, ώρα 3:00 μ. μ.
Κι εκεί που είμαι κολλημένη στην κίνηση και πατάω με μανία τα κουμπιά του ραδιοφώνου μπας και βρω το μαγικό σταθμό που δεν έχει διαφημίσεις στο ακριβώς της ώρας, τον βλέπω στο μπροστινό αυτοκίνητο. Διαισθάνομαι ότι είναι απ’ αυτούς από το «και καλά αδιάφορο» στυλάκι με το οποίο έχει ακουμπήσει τον αγκώνα στο τζάμι. Ετοιμάζεται, παίρνει θέση και με το που ανάβει το πράσινο, με μια αστραπιαία κίνηση κατεβάζει το τζάμι και… το αμολάει έξω. Κατεβάζω το παράθυρο κι εκεί που στα χείλη μου σχηματίζεται το πρώτο μπινελίκι, θυμάμαι την ιστορία του αδερφού μου με την ξανθιά που της κοπάναγε το κεφάλι ένας μ@λ@κ@ς στο καπό του αυτοκινήτου, ξανανεβάζω το τζάμι και προσπαθώ να ανασύρω από το ρεπερτόριο αναπνοών της γιόγκα κάτι που να είναι κατάλληλο για οδήγηση. Με το που καταφέρνω να ηρεμήσω, ο τύπος το ξανακάνει! Και αυτή τη φορά δεν αστειεύεται: έχει εκσφενδονίσει ένα ολόκληρο μπουκαλάκι με νερό. Αυτό ήτανε, η μέρα μου έχει αρχίσει να χαλάει επικίνδυνα. Και όταν φτάνω σε αυτό το σημείο ένα πράγμα μπορεί να με κάνει καλά: η μαγική ανάμνηση.

Οδηγώ απόγευμα στην Δουκίσσης Πλακεντίας και ξαφνικά η μαντάμω μπροστά μου κατεβάζει παράθυρο και πετάει το μυξομάντιλο της. Και τότε, ένα παλικάρι με μηχανή που ν’ αγιάσει ο στόμας του, την πλευρίζει και αρχίζει με εκπληκτική άρθρωση και θεατρικό στόμφο: «ΕΙ-ΣΑΙ ΒΡΩ-ΜΙΑ-ΡΑ, μ’ ακούς ; ΒΡΩ-ΜΙΑ-ΡΑ, ΒΡΩ-ΜΙΑ-ΡΑ ολκής! Πολιτισμός μηδέν!» Εννοείται ότι η εν λόγω κυρία δεν έστρεψε το κεφάλι της προς τ’ αριστερά ούτε κατά 5 μοίρες και συνέχισε την οδήγηση της δήθεν αδιάφορη αλλά δεν μπορεί, έστω και για ένα λεπτό θα πρέπει να ένιωσε λίγη ντροπή. Γιατί η αλήθεια είναι… ότι ήταν βρωμιάρα!

Μ’ αυτά και μ’ αυτά ξεκολλήσαμε από την κίνηση και η οδήγηση εξανέμισε τα νεύρα όπως πάντα. Ξέρω καλά όμως, ότι κάθε φορά που θα βλέπω τα χιλιάδες πεταμένα χαρτάκια στις εισόδους κι εξόδους της αττικής οδού, τα πλαστικά μπουκάλια στις εθνικές οδούς, τα εκατομμύρια αποτσίγαρα στις λεωφόρους, θα αναρωτιέμαι τι πρέπει να γίνει για να καταλάβουν οι άνθρωποι ότι οι δρόμοι δεν είναι ο σκουπιδοτενεκές τους.
Και μια που τ’ αναφέραμε, είσαι κι ΕΣΥ βρωμιάρης;