Ούτε αυτό το απόσταγμα σοφίας ανήκει σε μένα. Το είδα σ’ένα τοίχο στο Μαρούσι όπου προφανώς το έγραψε κάποιος αναρχοαυτόνομος αγανακτισμένος “επαναστάτης συνθημάτων” με πιθανό στόχο την αφύπνιση του λαϊκού συναισθήματος αλλά εμένα ως συνήθως το μυαλό μου έκανε περίεργους συνειρμούς.
Είμαι στις τουαλέτες ενός τεράστιου αθηναϊκού καλοκαιρινού κλαμπ και παρατηρώ. Είναι η πρώτη φορά στη ζωή μου που βρίσκομαι σε τόσο μεγάλη ούρα για το νούμερο 1 και μην έχοντας τι να κάνω -είναι που είναι και άβολο όλο αυτό, κάθομαι και προσέχω τις γυναίκες γύρω μου. Αν το κάνεις ποτέ κι εσύ θα διαπιστώσεις ότι οι γυναικείες τουαλέτες των κλαμπ μπορούν πολύ εύκολα να μετατραπούν σε κολαστήριο της γυναικείας ματαιοδοξίας. Εκτός από εμάς που ήμασταν στην ουρά λοιπόν, υπήρχε κι ένας τρομερός συνωστισμός μπροστά από τους καθρέφτες κι αυτό γιατί κάποιες αρνούνταν να επιταχύνουν την ιεροτελεστία του φρεσκαρίσματος. Αποσβολωμένη, παρατηρούσα ολόκληρες σειρές επώνυμων καλλυντικών να βγαίνουν από μικροσκοπικά τσαντάκια (Sport Billy, είσαι ήρωας απ’άλλο πλανήτη) και ασυναίσθητα κοίταξα τα χέρια μου να τσεκάρω μήπως είχα φέρει κι εγώ κάτι μαζί μου να φρεσκαριστώ -τζίφος. Σιγά σιγά είχα αρχίσει να ζαλίζομαι απ’όλο αυτό το χαμό καλλυντικών, αρωμάτων, φορεμάτων, extensions κι ευτυχώς κάποια στιγμή έφτασε η ώρα για να ηρεμήσω λίγο -από κάθε άποψη. Όταν ξαναβγήκα ήταν ακόμα πιο παράξενο γιατί ήμουν εκείνη τη φορά στο τσούρμο του καθρέφτη. Ξεκίνησα κι εγώ λοιπόν το φρεσκάρισμα. Τα μαλλιά μου ήταν όπως τα θυμόμουν -αφάνα κλασσικά, οπότε δεν είχα κάτι να τους κάνω. Σκούπισα λίγο μολύβι από την γωνία του αριστερού ματιού και τσέκαρα το κραγιόν το οποίο επίσης κλασσικά το είχα φάει. Η διπλανή μου έστρωνε τα βυζιά της για να τουρλώνουν ομοιόμορφα και με αγριοκοίταξε απότομα όταν πήρε χαμπάρι ότι την κοιτούσα. Αν οι γυναικείες ματιές διαγράφονταν πραγματικά όπως στα παλιά κόμικς του Ποπάϋ, στις γυναικείες τουαλέτες θα ήταν τα πάντα μουτζουρωμένα. Έριξα μια τελευταία ματιά στον καθρέφτη, όπου διαπίστωσα ότι δεν παρατηρούσα μόνο εγώ τόση ώρα αλλά ένα κάρο ματιές είχαν συγκεντρωθεί επάνω μου και μάλιστα μπορούσα και να τις αποκωδικοποιήσω: “Μα τι φοράει ,τς, τς, τς” “Πω, πω ύψος τυχερή” “Ναι αλλά τι χοντρά μπούτια, αίσχος” “Και τι μαλλί, Παναγία μου, κομμωτήριο έχει πάει ποτέ στη ζωή της;”…
Θα μου πεις, ωραία και τι θες να βγαίνουμε έξω σαν πατσαβούρες; Όχι μικρή μου, αλλά σκέψου για λίγο σε παρακαλώ, μήπως έχουν δίκιο οι άμοιροι οι άντρες που παρακαλάνε πολύ να μην βγαίνουμε έξω βαμμένες σα να φοράμε μάσκες του Mission Impossible που όταν βγαίνουν από κάτω υπάρχει μια άλλη. Γιατί αυτή η άλλη είσαι εσύ στην ουσία και είσαι πανέμορφη.