Η ιστορία μου πάει πολύ πίσω, χάνεται στα βάθη της δεκαετίας του 80. Χωρίς να ξέρω ακριβώς το λόγο, ‘εξ απανέκαθεν’ είχα μια έφεση στο να γίνομαι ρόμπα ξεκούμπωτη μόνη μου ή και με παρέα. Δεν φταίω μόνο εγώ όμως. Είναι ένας συνδυασμός αφηρημάδας και γκαντεμιάς. Εξ ου και το προσωνύμιον το οποίο πρωτοεμπνεύστηκε το 2003 μια φίλη μου στο Παρίσι κι έκτοτε μόνο ένα άτομο συνάντησα που να αξίζει τέτοιο τιμητικό τίτλο και περάσαμε τέλεια ένα φεγγάρι ανταλάσσοντας ιστορίες, βγαίνοντας πάντα ισόπαλες στο βαθμό ρεζιλέματος. Μέχρι που κάποτε έκανε μια τεράστια γκάφα ή αλλιώς μιστερμπινιά (ναι, βγαίνει και σε ουσιαστικό) που είχε αντίκτυπο πάνω μου και αποφάσισα ότι δεν έχει πια πλάκα να κάνουμε παρέα κι ας χάνω πλέον όλες αυτές τις συναρπαστικές ιστορίες ξεφτίλας. Η ιστορία αυτή (πάντα κωλύομαι να τις αποκαλέσω άρθρα, μην πέσει το ταβάνι και με πλακώσει), είναι μια μικρή συλλογή από μαγικές στιγμές της Mrs Bean. Γιατί κατά βάθος ξέρω ότι δεν είμαι εγώ. Αποκλείεται δηλαδή. Είναι απλά το γκαφατζίδικο alter ego μου.
Η πρώτη στιγμή που θυμάμαι εντόνως ήταν κάπου στην τρίτη δημοτικού, όταν εννιά χρονώ λουλούδι (κουνουπίδι), μια μέρα, λίγα λεπτά αφότου μπήκα στην αίθουσα και πριν έρθει ο δάσκαλος, άρχισα να ψάχνω απεγνωσμένα την πελώρια τσάντα-καρότσα-φορτηγού μου, πεπεισμένη ότι κάποιος μου την έχει κρύψει. Κι επειδή νευρωτικός γεννιεσαι δε γίνεσαι, (και καχύποπτος Σκορπιός το ίδιο), άρχισα να φτιάχνω το σενάριο ότι κάποιος θέλει να με παγιδεύσει για να πέσω στα μάτια του δασκάλου. Κι επειδή οι επιμέρους ανακρίσεις ήταν χρονοβόρες, στο τέλος ανέβηκα στην καρέκλα και άρχισα να ουρλιάζω, ότι όποιος μου έκρυψε την τσάντα, θα έχει πολύ κακά ξεμπερδέματα, ότι θα φέρω τον πατέρα μου να τον πλακώσει στο ξύλο και άλλα τέτοια μέχρι που ήρθε ο δάσκαλος και μ’ έπεισε να πάω σπίτι να κοιτάξω μήπως την είχα απλά ξεχάσει.. Δεν πιστεύω να έχεις αγωνία τι έγινε;
Άλλη μαγική στιγμή, ήταν όταν έψησα τον αδερφό μου που ήταν τότε μικρό και αθώο και τα δεχόταν αδιαμαρτύρητα, να ανεβάσουμε παράσταση κουκλοθέατρου για τα παιδιά της γειτονιάς. Μαζέψαμε όλες τις μαριονέτες μας, φτιάξαμε τη σκηνή, ζωγραφίσαμε προσκλήσεις και βάλαμε και εισιτήριο 50 δραχμές! Το ‘μόνο’ που είχα ξεχάσει ήταν να γράψω σενάριο. Και φυσικά δε φανταζόμασταν ότι το event θα είχε τέτοια απήχηση κι έτσι όταν είδαμε 50 παιδάκια να περιμένουν ανυπόμονα την παράσταση ν’αρχίσει, μας έφυγε η μαγκιά (και η λαλιά)! Κι επειδή δεν το είχαμε και με τον αυτοσχεδιασμό, λίγα λεπτά αργότερα, αρχίσανε τα πρώτα “ουυυυ” και ”τα λεφτά μας πίσω!” όπερ και εγένετο. Κι εκεί τελείωσε και η καριέρα μου ως θεατρικός παραγωγός.
Α’ Γυμνασίου αρχές. 3ο Γυμνάσιο Κορίνθου. Κτίριο σάπιο και άθλιο, χαλασμένες πόρτες (και όχι μόνο). Έχουμε γυμναστική και αποφασίζω ότι θέλω να αφήσω το φούτερ μου στην τάξη. Προσπαθώ ν’ανοίξω την πόρτα κι επειδή μου το παίζει δύσκολη, θυμάμαι το κόλπο που κάνουν στις ταινίες, αυτό που περιλαμβάνει φόρα, αγκώνα και μια πόρτα να σπάει και αποφασίζω να το αναπαράγω στο live. Όταν καταφέρνω να ανοίξω την πόρτα, βλέπω μια έντρομη φιλόλογο και 20 ζευγάρια απορημένα μάτια να με κοιτάζουν. Διότι απλά έχω μπερδέψει τις αίθουσες. Και όπως είπε χαρακτηριστικά η εν λόγω φιλόλογος στο διευθυντή την ώρα που υπέγραφε την αποβολή μου: ‘ήταν σα να χτυπούσε την πόρτα ένα τανκ!’
Α’ Λυκείου, Μαρούσι (να μη σε πάω χρόνο χρόνο και ξημερώσουμε).  Περπατάω με τις 2 κολλητές μου κι επειδή ντάξει ήμασταν και ωραία μωρά, μας ακολουθεί καμπριολέ με επίδοξους εραστές που λένε του κόσμου τις αηδίες (τότε ακόμα γίνονταν αυτά). Κάποια στιγμή βαρέθηκα κι επειδή ήμουνα και πολύ μάννγκας τότε, γυρίζω και του κάνω αυτή την άθλια χειρονομία εμετού που κάνουν τα κοριτσάκια στην Αμερική (κι αυτό από ταινία θα το είχα δει, δεν εξηγείται διαφορετικά) και στην επιστροφή του κεφαλιού στην ευθεία θέση, κουτουλάω σε στοπ που εμφανίστηκε μπροστά μου απροειδοποίητα, χτυπάω τη μύτη κέντρο, κάνω γκελ πίσω και προσγειώνομαι με πωπό τ’ανάσκελα. Οι τύποι βέβαια λιώσανε στο γέλιο και μέσα στη ζαλούρα άκουγα σε back vocals τα γέλια από τα τριγύρω μαγαζιά και καφετέριες σαν αντίλαλο. Κι επειδή τότε δε φορούσα ακόμα φακούς, την επόμενη μέρα στο σχολείο κρατούσα τα γυαλιά μυωπίας μου σαν τη Μαρία Αντουανέτα γιατί δε χώραγαν να καθίσουν στη μύτη μου (σημάδι υπάρχει ακόμα).
20 χρονών, έχω πάει στον πρώτο μου γάμο κι έχω τη φαεινή ιδέα να φορέσω μάξι φόρεμα και σανδάλια. Στην επιστροφή από την τουαλέτα που βρίσκεται κάτι σκαλάκια ψηλότερα από τον υπόλοιπο γάμο, σανδάλι πατάει φόρεμα, Mrs Bean γλιστράει και κοπανάει με πωπό, ένα, δύο, τρία σκαλάκια και κωλοκάθεται χαρωπά με ανοιχτά πόδια ανάμεσα στον κόσμο. Σιγά το πράμα θα μου πεις. Μια τουμπίτσα σε όλους μπορεί να έχει τύχει. Κάτσε να σου πω όμως, ότι το φόρεμα από το πάτημα/τούμπα, έχει ανοίξει τρύπα στο ύψος του στρινγκ που χαίρεται που θα δει κι αυτό το γλέντι. Κι επειδή η Mrs Bean είναι και η χαρά του γλεντιού, χωρίς να έχει πάρει χαμπάρι τίποτα, καπάκι έσυρε και το χορό, με τα οπίσθια πρώτη μούρη. Οι φωτογραφίες του γάμου αγνοούνται.
Και να σου δώσω κι ένα παράδειγμα συμπαντικής συνομωσίας, που η αφηρημάδα και η ατσουμπαλιά μου, ουδεμία συμμετοχή είχαν. Πριν από 7-8 χρόνια, έχουμε πάει παρέα 12 άτομα για μπάνιο στη Νέα Μάκρη και μετά τις απλωτές και τα μακροβούτια, καθόμαστε κι απολαμβάνουμε το βρωμερό πιτόγυρο μας στην πλατεία. Ξαφνικά, το αριστερό μου μάτι, χάνει το φως του από κάτι πηχτό και ζεστό το οποίο τρέχει προς το μάγουλο μου, αποπνέονοτας μια αηδιαστική μυρωδιά. Προς στιγμήν ένιωσα όπως τότε που ένας παππούς έκανε εμετό επάνω μου στο καράβι προς τη Σύρο όταν ήμουν 10 (άλλη ιστορία αυτή) και είδα τους υπόλοιπους 11 να με κοιτάνε με γουρλωμένα μάτια κι ένα απροσδιόριστο ύφος. Με το ένα μάτι που είχε απομείνει, έψαξα να βρω από που μου ήρθε και γρήγορα εντόπισα το γλάρο που αποφάσισε ότι η μούρη μου του θύμιζε εντόνως τη χέστρα του και δε βρήκε λόγο να τρέξει μέχρι το σπίτι του. Σηκώθηκα, έδωσα στους φίλους μου που είχαν γίνει μωβ από την υπερπροσπάθεια να κρατήσουν τα γέλια, την άδεια να λυσσάξουν ελεύθερα και πήγα στην τουαλέτα.
Και φυσικά όπως λέω συνήθως, this is not a complete list.